- άρπαγος
- (6ος αι. π.Χ.).Μήδος στρατηγός, στον οποίο ο βασιλιάς Αστυάγης είχε αναθέσει να σκοτώσει τον νεογέννητο εγγονό του Κύρο Β’, γιο της κόρης του Μανδάνης και του βασιλιά των Περσών Καμβύση Α’. Ο Ά. δεν πραγματοποίησε την εντολή του βασιλιά και εκείνος τον κάλεσε σε γεύμα, όπου του έδωσε να φάει το κρέας του σφαγμένου γιου του. Ο Ά. έπεισε τον Κύρο, όταν ενηλικιώθηκε, να επαναστατήσει και να ανατρέψει τον παππού του. Ο Αστυάγης, που δεν υποψιαζόταν την πλεκτάνη, έστειλε εναντίον του Κύρου στρατό με επικεφαλής τον Ά., με αποτέλεσμα vα αυτομολήσει στον Κύρο και να αιχμαλωτιστεί ο Αστυάγης. Στη συνέχεια ο Ά. διορίστηκε στρατηγός των Περσών και κυρίευσε, για λογαριασμό του Κύρου, τις ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.
* * *βλ. άρπαγας.
Dictionary of Greek. 2013.